Please enter your username and email address. Get new password
Register Now
x

Στέλιος Χρυσίνης

Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1916. Ήταν το τέταρτο παιδί -μετά την Μαρία, τον Βασίλη και τον Παναγιώτη, μιας μεσοαστικής οικογένειας. Οι γονείς του, αρβανίτικης καταγωγής, είχαν μεταναστεύσει από το Κρανίδι Αργολίδας στο μεγάλο λιμάνι. Ο Στέλιος και ο αδελφός του Παναγιώτης-που ήταν μεγαλύτερος του κατά έξι χρόνια- θα χάσουν το φως τους σε μικρή ηλικία. Παρ’ όλα αυτά θα αρχίσουν από παιδιά μαθήματα μουσικής όπου και θα επιδείξουν ξεχωριστή κλίση. Διδάχτηκαν βιολί, πιάνο, κιθάρα, λαούτο, μαντόλα, μαντολίνο που τους εξασφάλισαν το εύκολο πέρασμα στους μπουζουκομπαγλαμάδες. Στις αρχές του ΄30 συνοδεύουν, παίζοντας ζωντανά στους κινηματογράφους, τις προβολές των βουβών ταινιών. Ξεχωρίζουν για την ικανότητά τους να αναπαράγουν με πιστότητα, σαν «μαγνητόφωνα», την μουσική και τα τραγούδια από διάφορες παραστάσεις, επιθεωρήσεις, οπερέτες και γίνονται γνωστοί στο κύκλο των μουσικών. Είναι ενδεικτικά τα λόγια του μουσικοσυνθέτη Λευτέρη Γουναρόπουλου: << Τον Χρυσίνη τον πρωτάκουσα στο μπαράκι του Βρυώνη στον Πειραιά το 1932 ή 33. Ήμουν παιδί. Μέσα, πίσω από ένα σιδερένιο στρογγυλό τραπεζάκι, αυτός έπαιζε μπουζούκι και ο Παναγιώτης, ο αδελφός του κιθάρα, κι απ έξω ουρά για να τον ακούσουν. Ουρά σου λέω. Ο Στέλιος ήταν μεγαλοφυής. Έγραψε πράγματα που δεν μπορείς να τα πιάσεις. Κάποια μέρα θα του βγάλουν όλοι το καπέλο. Για μένα ήταν απ’ τους καλύτερους>>1.

Το 1934 μπαίνει στην δισκογραφία με το τραγούδι με το Χτες στο βράδυ στον τεκέ μας (Columbia DG 21224), με ερμηνευτή τον Στελλάκη Περπινιάδη. Ένα από τα πιο περίτεχνα χασικλίδικα που γνώρισε απανωτές επανεκτελέσεις και ακόμα και σήμερα παίζεται στα πάλκα. Ακροβατώντας ανάμεσα στο πειραιώτικο ρεμπέτικο και το σμυρνέϊκο ιδίωμα, ο 19άχρονος δημιουργός καταθέτει την επόμενη χρονιά το εκπληκτικό Αργιλέ μου γιατί σβήνεις με την Γεωργία Μυττάκη, την «τρανή» του δημοτικού που έκανε μερικά χαρακτηριστικά περάσματα στο λαϊκό τραγούδι. Θα ακολουθήσουν συμπράξεις με τον περίφημο βιολίστα Δημήτρη Σέμση ή Σαλονικιό (Στ’ορκίζομαι στο κύμα, Χρόνια στις θάλασσες γυρνώ κ.ά) και τον Παναγιώτη Τούντα (Στο είπα περδικούλα μου, Το θαλασσί φουστάνι κ.ά). Συνθέσεις του ερμηνεύουν οι Ρίτα Αμπατζή (Μια μελαχροινή), Στέλιος Κερομύτης (Μ’ έκαψες σκύλα), Γιώργος Κάβουρας (Τα ψαράδικα) κ.ά. Ήδη από τα προπολεμικά χρόνια συνεργάζεται με όλες τις δισκογραφικές εταιρείες ενώ έχει εξελιχθεί σε ανιχνευτή ταλέντων, όπου χάρη στην παρέμβασή του περνούν την πόρτα των studio στη Ριζούπολη οι Σταύρος Ρεμούνδος, Λέλα Οικονομίδου, Κώστας Λαίνης, Τασία Βρυώνη κ.ά. Την περίοδο της Κατοχής θα δουλέψει σε ταβέρνες σε συνοικίες της πρωτεύουσας αλλά και σε στέκια στα Μεσόγεια. Με μοναδική άνεση προσαρμόζεται στις απαιτήσεις και ανάγκες της πελατείας τους. Κατέχει καλά τα μυστικά του ευρωπαϊκού, μικρασιατικού, δημοτικού και ρεμπέτικου τραγουδιού που άλλοτε παντρεύει ενώ άλλοτε περνάει με ευκολία απ’ το ένα είδος στο άλλο.

ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ

Μετά την απελευθέρωση ο Χρυσίνης γίνεται βοηθός, στο πλευρό του Σέμση που ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής στην His Μaster’s Voice. Παράλληλα δίνει δυναμικό παρών στους δίσκους ( Δος μου φωτιά ν’ ανάψω και Είμαι εργάτης στο λιμάνι με την Ιωάννα Γεωργακοπούλου και το Στελλάκη, Πειραιά μου σ’αφήνω γειά με την Νταίζη Σταυροπούλου, Μια κόρη Μεσογείτισσα με την Σωτηρία Μπέλλου κ.ά) και στα κέντρα (στου «Φιλτικάκη» και στο «Ναυαρίνο» στο Πασαλιμάνι -πρόκειται για καφενεία και ζαχαροπλαστεία που ορισμένες μέρες την εβδομάδα, κατά την συνήθεια αλλά και τις ανάγκες της εποχής, μετατρέπονταν σε μπουζουκάδικα- με τους Απόστολο Χατζηχρήστο, Γιάννη Σταμούλη ήΜπιρ Αλλάχ και Γουναρόπουλο). Το σπίτι του, στην οδό Αριστομένους 35 στα Σεπόλια, μετατρέπεται σε εκολαπτήριο νέων καλλιτεχνών. Μια ολόκληρη γενιά τραγουδιστών θα αναδειχθεί υπό την συνθετική του σκέπη: Ρένα Στάμου, Σούλα Πασαλάρη, Γιάννης Τζιβάνης, Γιάννης Κουλουκάκης, Μαρία Γρίλλη, Δούκισσα, Άντζελα Γκρέκα, Ποσειδών, Βιολέττα, Ελένη Κώτσογλου κ.ά. Συνυπογράφει συχνά δημιουργίες με τον Στελλάκη και τον Σταύρο Παντελίδη.

Γράφει και ο ίδιος στίχους αλλά συνεργάζεται με τους ανερχόμενους τότε Χρήστο Κολοκοτρώνη, Κώστα Ζήτη, Δημήτρης Γκούτη, Nίκο Μουρκάκο και κυρίως με τον πολυγραφότατο Χαράλαμπο Βασιλειάδη ή Τσάντα. Τα λόγια του Κώστα Βίρβου, σε συζήτηση που είχα μαζί του, είναι χαρακτηριστικά της στενής σχέσης που υπήρχε μεταξύ τους: «Ο Χρυσίνης ήταν πρώτα άριστος ενορχηστωτής και μετά καλός συνθέτης. Λίγο πριν και μετά το ΄50 έλυνε και έδενε στις εταιρείες. Ήταν κολλητός του Τσάντα. Οι δυο τους είχαν μεγάλη δύναμη και μπορούσαν να επιβάλλουν τραγούδια και πρόσωπα στη δισκογραφία >>. Στις αρχές του ’50, μετά τον θάνατο του Σέμση, αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση στις His Μaster’s Voice και Columbia. Μαζί με τους Μητσάκη, Μπακάλη, Κλουβάτο, Δερβενιώτη αλλά και τους καθιερωμένους Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Χατζηχρήστο ηχογραφούν συνθέσεις που αντικατοπτρίζουν την σκληρή μετεμφυλιακή πραγματικότητα, το ζοφερό κλίμα και την ατμόσφαιρα της εποχής, χωρίς να παραλείπουν να καταθέτουν αισιόδοξα και εξωστρεφή άσματα. Από τα χέρια του Χρυσίνη περνάει όλο το λαϊκό τραγούδι της εποχής. Ο Θεόδωρος Δερβενιώτης είναι διαφωτιστικός: << Ήταν ένας απ’ τους καλύτερους μαέστρους. Διέθετε εξαιρετικό αυτί και σαν κιθαρίστας ήταν μοναδικός. Στο σπίτι μαζεύονταν όλοι οι δημιουργοί για να ακούσει τα τραγούδια τους και να τα εγκρίνει. Πολλές φορές, αναγκαζόταν να διορθώνει φράσεις, να προσθέτει εισαγωγές και αρμονίες, βελτιώνοντάς τα. Πολλά αριστουργήματα που ακούμε ακόμα και σήμερα δεν θα είχαν αυτή την τύχη δίχως την παρέμβασή του. Θα τολμήσω να πω ότι αυτά που «συμμάζευε» ήταν συχνά καλύτερα κι από τα δικά του τραγούδια. Ορισμένοι εκμεταλλεύονταν την αναπηρία του, και του έδιναν λειψά θέματα που εμμέσως τον ανάγκαζαν να μεταμορφώνει σε ολοκληρωμένα τραγούδια». Την περίοδο 1950-1953 ο Πρόδρομος Τσαουσάκης, στι μεγάλες δόξες του, ερμηνεύει με επιτυχία μια σειρά από δυνατά τραγούδια που φέρουν την υπογραφή και την τέχνη του Χρυσίνη: ΄Ηθελα να ‘μουνα πασάς, Ψεύτικος κόσμος, Παιδί μου πάλι θα πας στα ξένα, Η ορφάνεια κ.ά. Παράλληλα, στο ίδιο διάστημα η Ρένα Στάμου, Νίκος Καλλέργης και Τσιτσάνης αποδίδουν το συγκλονιστικό Απόψε μ’ εγκατέλειψες ενώ οι Γιάννης Κυριαζής και Δημήτρης Ρουμελιώτης ηχογραφούν το Τι όμορφη που είσαι όταν κλαις (HMV AO 5149), ένα από τα πιο πολυακουσμένα τραγούδια του Χρυσίνη σε στίχους Κολοκοτρώνη με τους Βασίλη Σπηλιόπουλο και Απόστολο Καλδάρα στα μπουζούκια.